Χάσμα επικρατεί ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης στην πρόθεση των πολιτών να εμβολιαστούν κατά της νόσου Covid-19, γεγονός το οποίο έχει θέσει σε συναγερμό τις κυβερνήσεις. Προβληματισμός επικρατεί για τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, που εμφανίζονται αρνητικές σε υψηλά ποσοστά. Η Ελλάδα βρίσκεται στον μέσο όρο, με ποσοστό που φτάνει το 62%, όμως, απέχει πολύ από το 86,5% της Ιρλανδίας.
Η ανάγκη για ενημερωτικές εκστρατείες, με στόχο την αύξηση των εμβολιαστικών ποσοστών στην Ευρώπη στο άνω του 70% που απαιτεί η επίτευξη της ανοσίας αγέλης, προκύπτει από μεγάλη έρευνα του Eurofound, του ιδρύματος της ΕΕ για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας στην Ευρώπη.
Στο τρίτο μέρος της ηλεκτρονικής έρευνας για τη στάση των πολιτών απέναντι στην πανδημία του κορονοϊού, που δημοσιεύθηκε στις 10 Μαΐου, το ίδρυμα Eurofound διαπιστώνει σε πολλές χώρες κλίμα δυσπιστίας απέναντι στους εμβολιασμούς, εκφράζοντας ταυτόχρονα ανησυχία για πιθανή υπονόμευση της ικανότητας των κρατών – μελών, να εφαρμόσουν με επιτυχία ένα ισχυρό εμβολιαστικό πρόγραμμα.
Έτσι, οι πολίτες σε όλη την Ευρώπη λένε “ναι” στο εμβόλιο (“πολύ πιθανό” ή “μάλλον πιθανό”) σε ποσοστό 64% κατά μέσο όρο, ενώ αρνητική στάση απέναντι στον εμβολιασμό (“απίθανο” ή “μάλλον απίθανο”) έχει πάνω από τον 1 στους 4 ευρωπαίους πολίτες (27%).
Το 9% δεν αποκαλύπτει τι θα κάνει, επιλέγοντας την απάντηση “ούτε πιθανό, ούτε απίθανο”.
Ευρώπη και εμβολιασμοί: Οι υψηλότερες και χαμηλότερες επιδόσεις στην πρόθεση εμβολιασμού
Η Ιρλανδία βρίσκεται στην πρώτη θέση ανάμεσα στις χώρες που θα καταφέρουν -όπως όλα δείχνουν- να έχουν τα υψηλότερα ποσοστά ανοσίας, με το 86,5% των πολιτών της να δηλώνει ότι πιθανότατα θα εμβολιαστεί και μόλις το 10% να λέει “όχι”.
Τα χαμηλότερα ποσοστά συγκεντρώνει η Βουλγαρία, στην οποία οι πολίτες της λένε “ναι” στην πρόθεση εμβολιασμού μόνο στο 35,2% και “όχι” σε ποσοστό 61.5%.
Συνολικά, όμως, οι χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ εμφανίζουν τα μεγαλύτερα ποσοστά άρνησης απέναντι στον εμβολιασμό, ενώ οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης τη μικρότερη άρνηση, με σημαντικές εξαιρέσεις ωστόσο:
τη Γαλλία, όπου το 38% των πολιτών έχει αρνητική στάση απέναντι στους εμβολιασμούς
την Αυστρία, όπου άρνηση δηλώνει το 35% των πολιτών της
Ποια θέση καταλαμβάνει η Ελλάδα
Η Ελλάδα βρίσκεται λίγο πιο κάτω από τον μέσο όρο (64%) των 27 χωρών της Ευρώπης στα εμβολιαστικά ποσοστά, με το σχεδόν 62% των πολιτών της να λέει “ναι” στο εμβόλιο, όμως, να απέχει πολύ από το 70% που απαιτείται για την επιστροφή στην κανονικότητα.
Συγκεκριμένα οι πολίτες στη χώρα μας δήλωσαν:
το 61,6% θα κάνει το εμβόλιο (“πολύ πιθανό” ή “μάλλον πιθανό”)
το 26% δεν θα κάνει το εμβόλιο (“απίθανο” ή “μάλλον απίθανο”)
Μέχρι στιγμής, πάντως, η Ελλάδα κατέχει πολύ χαμηλά εμβολιαστικά ποσοστά στους εμβολιασμούς των άνω των 70 ετών. Σύμφωνα με επίσημα δεδομένα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), στη χώρα μας έχει εμβολιαστεί με τουλάχιστον μία δόση μόλις το 63,1% των πολιτών άνω των 80 ετών, και το 64,2% άνω των 70 ετών.
Ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις ίδιες ηλικίες είναι πάνω από 74%, ενώ σε πολλές χώρες όπως είναι η Πορτογαλία, η Ισπανία, το Βέλγιο, η Δανία, η Φινλανδία και η Μάλτα, ξεπερνά το 90%.
Πιο διστακτικοί οι άνδρες, οι άνεργοι, τα άτομα με αναπηρία και οι κάτοικοι της περιφέρειας
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ερωτηθέντων πολιτών της ΕΕ και κυρίως αυτά που αφορούν τα ηλικιακά, δημογραφικά και κοινωνικά τους χαρακτηριστικά.
Συγκεκριμένα, περισσότερο αρνητικοί σε σύγκριση με τις γυναίκες (25%) εμφανίζονται οι άνδρες (29%), η ηλικιακή ομάδα 35-49 (29%), οι άνεργοι (39%), τα άτομα με αναπηρία και μακροχρόνιες ασθένειες (39%), καθώς οι κάτοικοι της περιφέρειας (31%) έναντι των μεγάλων αστικών κέντρων (22%).
Περισσότερο πρόθυμοι να κάνουν το εμβόλιο εμφανίζονται οι νεότεροι, κάτω των 35 ετών αλλά και οι άνω των 49 ετών. Τα χαμηλότερα, επίσης, ποσοστά άρνησης εντοπίζονται στους εργαζόμενους (26%), στους συνταξιούχους (23%), αλλά και στους μαθητές (13%).
Αρνητική στον εμβολιασμό η επιρροή των social media
Σημαντικό ρόλο στο αρνητικό κλίμα για τους εμβολιασμούς, διαδραματίζουν -όπως αποδεικνύεται- τα social media.
Πολύ ενδιαφέρον παρουσιάζει το στοιχείο πως το 40% από όσους δηλώνουν ότι αρνούνται να κάνουν το εμβόλιο, αναφέρει ότι έχει ως βασική πηγή ενημέρωσής του τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ όσοι κάνουν χρήση για τρεις ή περισσότερες ώρες καθημερινά δηλώνουν επιφυλακτικοί στο εμβόλιο στο 30%. Όσοι δεν χρησιμοποιούν πολύ τα social media, δηλώνουν αρνητικοί στο 26%.
Χαρακτηριστικό, επίσης, είναι το στοιχείο, ότι οι μισοί από το 8% των ερωτηθέντων που απάντησαν ότι ο κορονοϊός και η νόσος Covid-19 “δεν υπάρχει”, δηλώνει ότι ενημερώνεται από τα social media.
Αντίθετα, όσοι έχουν ζήσει το άμεσο περιβάλλον τους βαριά νόσηση και θάνατο από τον κορονοϊό, παρουσιάζουν τα χαμηλότερα ποσοστά άρνησης στο εμβολιασμό (19%), σε σχέση με όσους δεν είχαν παρόμοια εμπειρία (28%).
Φόβος για τις ανεπιθύμητες αντιδράσεις και τους θρόμβους
Το μεγαλύτερο ποσοστό από όσους δηλώνουν επιφυλακτικοί ή αρνητικοί απέναντι στον εμβολιασμό αναφέρει ότι επηρεάστηκε από τα ελάχιστα κρούσματα σπάνιων θρομβώσεων.
Όπως προκύπτει μάλιστα από την έρευνα, τα ποσοστά άρνησης αυξήθηκαν κατά 34% από τις 11 Μαρτίου και μετά, οπότε και σημειώθηκαν οι πρώτες αντιδράσεις των χωρών της ΕΕ και του ΕΜΑ για τις θρομβώσεις του εμβολίου της AstraZeneca.