Η παχυσαρκία εξελίσσεται ως η πιο απειλητική από τις μη μεταδιδόμενες νόσους, τόσο για την υγεία σε ατομικό, όσο και για την υγεία σε πληθυσμιακό επίπεδο με τεράστιο κοινωνικοοικονομικό κόστος.
Η συχνότητα της παχυσαρκίας εμφανίζει εκρηκτική αύξηση σε παγκόσμια κλίμακα. Σήμερα, σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού της γης έχει βάρος πάνω από το φυσιολογικό. Και στην Ελλάδα τα ευρήματα είναι το ίδιο ζοφερά.
Στη πανελλήνια μελέτη της Ελληνικής Ιατρικής Εταιρείας Παχυσαρκίας, βρέθηκε ότι φυσιολογικό βάρος έχουν μόνο 3 στους 10 άνδρες και 5 στις 10 γυναίκες, ενώ παχυσαρκία έχει το 26% των ανδρών και το 18% των γυναικών. Ακόμη πιο απελπιστική είναι η συχνότητα παχυσαρκίας στα παιδιά, αφού σε πρόσφατη μελέτη της ίδιας Επιστημονικής Εταιρείας βρέθηκε ότι 50% των Ελληνόπουλων ηλικίας 6-10 ετών, έχουν βάρος πάνω από το φυσιολογικό και είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι με την πάροδο της ηλικίας αυξάνεται το σωματικό βάρος.
Η συσχέτισή της με τόσες άλλες νόσους και παθήσεις έχει ως φυσική συνέπεια το παχύσαρκο άτομο να έχει εκτός από μειωμένη ποιότητα ζωής και μικρότερο προσδόκιμο επιβίωσης.
Έχει προσδιοριστεί ότι γυναίκες στην ηλικία των 40 ετών που είναι παχύσαρκες θα ζήσουν κατά μέσο όρο 7,1 χρόνια λιγότερο από τις γυναίκες με φυσιολογικό βάρος, ενώ η αντίστοιχη μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης για τους άνδρες είναι 5,8 χρόνια.
Επίσης, βρέθηκε σε γυναίκες ηλικίας 35 ετών, που ήταν παχύσαρκες με μέσο ΔΜΣ 43 kg/m2 ότι από αυτές στην ηλικία των 70 ετών θα φθάσει το 72% σε σχέση με αυτές που στην ίδια ηλικία είχαν μέσο ΔΜΣ 24 kg/m2, εκ των οποίων στην ηλικία των 70 ετών θα φθάσει το 88%, ενώ για τους άνδρες τα αντίστοιχα ποσοστά είναι δραματικότερα αφού μόνο το 49% των ανδρών με μέσο ΔΜΣ 43 kg/m2 στην ηλικία των 35 ετών θα φθάσει να γίνει 70 ετών, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των ανδρών με ΔΜΣ 24 kg/m2 που θα φθάσει τα 70 χρόνια ζωής είναι 77%.