Όλο και υψηλότερα διαμορφώνονται οι αναγκαστικές επιστροφές από τις φαρμακευτικές, με την αγορά να εκπέμπει σήμα κινδύνου τόσο για τη βιωσιμότητά της όσο και για τη συρρίκνωση των αναπτυξιακών της δυνατοτήτων λόγω του clawback.
Πρόκειται για τον μηχανισμό με τον οποίο οι επιχειρήσεις του φαρμάκου (όπως και οι υπόλοιποι ιδιώτες πάροχοι που έχουν σύμβαση με τον ΕΟΠΥΥ για την κάλυψη των ασφαλισμένων, δηλαδή διαγνωστικά κέντρα, θεραπευτήρια, ιδιώτες γιατροί κτλ.) καλούνται να καλύψουν τη διαφορά, ως ποσοστό επί του συνολικού τζίρου τους και με βάση το μερίδιο αγοράς τους, που προκύπτει ανάμεσα στο ετήσιο κονδύλι για τη φαρμακευτική περίθαλψη και τις πραγματικές δαπάνες που προκύπτουν από τη συνταγογράφηση. Στην περίπτωση των φαρμακευτικών, ο μηχανισμός αυτόματων επιστροφών ισχύει τόσο για την εξωνοσοκομειακή δαπάνη (συνταγές που εκτελούνται στα φαρμακεία) όσο και για αυτήν των νοσοκομείων του ΕΣΥ.
Μόνο για την προηγούμενη χρονιά, σύμφωνα με τα τελικά στοιχεία, οι φαρμακευτικές θα πρέπει να επιστρέψουν μέσω του clawback πάνω από 1,2 δισ. ευρώ, και πιο συγκεκριμένα 830 εκατ. ευρώ προς τον ΕΟΠΥΥ (εδώ θα υπάρξει κάποια μείωση, καθώς αναμένεται ΠΝΠ με την οποία θα αφαιρεθούν οι δαπάνες των Ευρωπαίων πολιτών και θα συμπεριληφθεί η εξοικονόμηση από τη διαπραγμάτευση για τις θεραπείες της ηπατίτιδας C) και 430 εκατ. ευρώ στα νοσοκομεία. Στα ποσά αυτά θα πρέπει να προστεθεί η επιβάρυνση και από τις αναγκαστικές εκπτώσεις προς το Δημόσιο (rebate), οπότε ο λογαριασμός εκτοξεύεται κοντά στα 1,8 δισ.
Ανεξέλεγκτη η δαπάνη
Οι δαπάνες του φαρμάκου σε σχέση με τον κλειστό προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ και των δημόσιων νοσοκομείων συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, προκαλώντας αναταραχή στους κόλπους των φαρμακευτικών.
Τα πρώτα στοιχεία για το clawback του πρώτου τριμήνου του 2020, σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019, δείχνουν αύξηση κατά 46%. Όπως λένε οι πληροφορίες, μόνο η υπέρβαση στον ΕΟΠΥΥ από τον Ιανουάριο μέχρι τον Μάρτιο φτάνει τα 230 εκατ. ευρώ, από 160 εκατ. ευρώ το 2019 και περίπου 153 εκατ. το 2018.
Αν η πορεία της υπέρβασης συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό, φορείς από τον χώρο του φαρμάκου εκτιμούν πως μέχρι το τέλος του έτους το ύψος των αναγκαστικών επιστροφών και για τις επιπλέον δαπάνες του ΕΟΠΥΥ και των νοσοκομείων θα ξεπεράσει τα 1,5 δισ. ευρώ (χωρίς το rebate).
Σημειώνεται πως και φέτος το όριο στη φαρμακευτική δαπάνη του ΕΟΠΥΥ παραμένει στα 2 δισ. ευρώ, παρά τις εκκλήσεις της αγοράς για αύξηση του πλαφόν, για εξαίρεση των εμβολίων και του κόστους για την περίθαλψη των ανασφάλιστων. Αντίστοιχα χαμηλό είναι το όριο δαπάνης των νοσοκομείων φέτος, στα 605 εκατ. ευρώ.
Μπαράζ αντιδράσεων
Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας, για το 2019 η υποχρεωτική υπερφορολόγηση, μέσω του clawback και του rebate, αντιστοιχεί σχεδόν στο 45% του κύκλου εργασιών της βιομηχανίας, έναντι του 15% που είναι ο αντίστοιχος μέσος όρος στις −ελάχιστες− χώρες της Ευρώπης που εφαρμόζουν παρόμοια πρακτική, δηλαδή τριπλάσια. Η συνολική άμεση και έμμεση υπερφορολόγηση, όπως υπογραμμίζει, φτάνει το 70%.
Στις άμεσες παρεμβάσεις που ζητούνται για τη μείωση της ζημιάς περιλαμβάνονται η εξασφάλιση ρεαλιστικής επαρκούς χρηματοδότησης των φαρμακευτικών δαπανών του ΕΟΠΥΥ και των νοσοκομείων, ειδικά σε ό,τι αφορά τα εμβόλια και τους ανασφάλιστους, η ενίσχυση του ποσού των συμψηφισμών μεταξύ επενδύσεων και clawback, ο υπολογισμός του clawback σε τιμές ex-factory (τιμή παραγωγού) όπως αυτό αναλογεί και, τέλος, η δικαιότερη κατανομή των επιστροφών, ώστε να επιβαρύνονται αναλογικά εκείνοι οι οποίοι προκαλούν την αύξηση της δαπάνης.
Ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος παρουσίασε επτά πυλώνες δράσης για τη φαρμακευτική πολιτική, μεταξύ αυτών και ο επαναπροσδιορισμός του προϋπολογισμού, η επαναξιολόγηση των επιστροφών, η δημιουργία ενός σταθερού θεσμικού και φορολογικού περιβάλλοντος.
Όχημα οι επενδύσεις
Κόντρα στο ασφυκτικό περιβάλλουν που έχουν δημιουργήσει οι αναγκαστικές επιστροφές, οι φαρμακευτικές προσπαθούν να ενισχύσουν τη θέση τους με επενδύσεις για την αύξηση της παραγωγής, με εξαγωγικό κυρίως προσανατολισμό, και στην έρευνα και την ανάπτυξη νέων φαρμακευτικών προϊόντων.
Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία Elpen προχωρά στη δημιουργία ακόμα μίας παραγωγικής μονάδας στην Κερατέα, η οποία, σύμφωνα με τις πληροφορίες, θα έχει ολοκληρωθεί στο τέλος του 2021 και θα ενισχύσει σημαντικά την εξαγωγική της δραστηριότητα, και στη λειτουργία νέου ερευνητικού κέντρου στα Σπάτα, με ορίζοντα υλοποίησης το 2022. Το ύψος του επενδυτικού προγράμματος ανέρχεται σε 55 εκατ. ευρώ.
Προχωρά, ταυτόχρονα, το επενδυτικό σχέδιο του αμερικανικού φαρμακευτικού κολοσσού Pfizer για τη δημιουργία digital hub στη Θεσσαλονίκη. Το κέντρο ψηφιακής καινοτομίας εκτιμάται ότι θα είναι έτοιμο τον Σεπτέμβριο και αρχικά θα στεγαστεί σε μεταβατικό χώρο, ενώ έως το 2021 εκτιμάται ότι θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία. Θα απασχολεί 200 επιστήμονες υψηλής εξειδίκευσης. Η φαρμακοβιομηχανία Demo υλοποιεί ένα νέο επενδυτικό πλάνο ύψους 30 εκατ. ευρώ, με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2022, ενώ μόλις πριν από λίγους μήνες ολοκληρώθηκε η επένδυση της φαρμακοβιομηχανίας Pharmathen, ύψους 50 εκατ. ευρώ, για δεύτερη παραγωγική μονάδα στις Σάπες, στη Ροδόπη. Πρόκειται για καθετοποιημένη μονάδα παραγωγής ενέσιμων βραδείας αποδέσμευσης, μια καινοτομία που έχει αναπτύξει ερευνητικά η βιομηχανία.
Υπάρχει, άλλωστε, νέο κυβερνητικό πλαίσιο που προβλέπει πως όσες φαρμακευτικές πραγματοποιούν επενδύσεις στον τομέα του R&D θα έχουν μείωση της επιβάρυνσης από το clawback. Ειδικότερα, οι δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης, καθώς και οι δαπάνες που αντιστοιχούν σε επενδυτικά σχέδια ανάπτυξης φαρμάκων, δύνανται να απομειώνουν ισόποσα το ποσό της αυτόματης επιστροφής.