Η Covid-19 μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στον εγκέφαλο, όπως η συρρίκνωση και η ατροφία, σύμφωνα με έρευνα Βρετανών επιστημόνων, οι οποίοι βρήκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις σε μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλου ασθενών πριν και μετά τη λοίμωξη από κορονοϊό. Είναι η πρώτη μεγάλη μελέτη που συγκρίνει τους εγκεφάλους των ασθενών πριν και μετά τη νόσο Covid-19.

Ακόμη και μετά από μία ήπια νόηση, ο συνολικός όγκος του εγκεφάλου εμφανίζει συχνά μια μικρή συρρίκνωση, με λιγότερη φαιά ουσία ιδίως στις περιοχές του εγκεφαλικού φλοιού που σχετίζονται με την όσφρηση και τη μνήμη. Δεν είναι ακόμη σαφές κατά πόσο αυτές οι αλλαγές είναι μόνιμες ή αναστρέψιμες – έστω εν μέρει – μετά από ένα χρονικό διάστημα.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια νευροαπεικόνισης Γκουενέλ Ντουό του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Nature”, μελέτησαν τον εγκέφαλο 785 ατόμων ηλικίας 51 έως 81 ετών, εκ των οποίων 401 ανθρώπων κατά μέσο όρο 4,5 μήνες μετά από τη διάγνωση τους με Covid-19 (ήπια στο 96% των περιπτώσεων, ενώ το 4% είχε νοσηλευθεί), καθώς και 384 ατόμων χωρίς κορονοϊό (η ομάδα ελέγχου για λόγους σύγκρισης).

Διαπιστώθηκε ότι ο συνολικός όγκος του εγκεφάλου είχε συρρικνωθεί από 0,2% έως 2% σε όσους είχαν περάσει Covid-19. Μεταξύ άλλων είχαν χάσει ένα έξτρα 0,8% της παρεγκεφαλίδας τους, οργάνου ζωτικού για τις γνωστικές λειτουργίες, με συνέπεια την μεγαλύτερη εξασθένηση τους.

Ενδεικτικά, εκείνοι που είχαν πρόσφατα αναρρώσει, δυσκολεύονταν περισσότερο να εκτελέσουν πολύπλοκες νοητικές εργασίες, σε σχέση με όσους δεν είχαν ποτέ περάσει Covid-19, όπως έδειξαν τα σχετικά τεστ. Κάτι που ήταν πιο αισθητό στους πιο ηλικιωμένους και σε όσους είχαν προηγουμένως χρειαστεί νοσηλεία λόγω του κορονοϊού, αλλά αφορούσε – αν και σε μικρότερο βαθμό – ακόμη και όσους είχαν αρρωστήσει ήπια. Η επίπτωση στον εγκέφαλο λόγω της Covid-19 ήταν επιπρόσθετη σε αυτή που μπορεί να συμβεί ούτως ή άλλως λόγω προχωρημένης ηλικίας σε έναν άνθρωπο (οι ηλικιωμένοι χάνουν κάθε χρόνο περίπου το 0,2% έως 0,3% της φαιάς εγκεφαλικής ουσίας τους στην περιοχή της μνήμης).

“Πρέπει πάντως να έχουμε κατά νου ότι ο εγκέφαλος είναι πραγματικά ‘πλαστικός’, με την έννοια ότι μπορεί να αυτοθεραπευθεί, συνεπώς υπάρχει όντως μεγάλη πιθανότητα πως με το πέρασμα του χρόνου οι επιβλαβείς επιπτώσεις της λοίμωξης θα υποχωρήσουν”, ανέφερε η δρ Ντουό.

Η σημαντικότερη απώλεια εγκεφαλικής ουσίας παρατηρείται στις οσφρητικές περιοχές, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο αν αυτό οφείλεται στο ότι ο κορονοϊός επιτίθεται άμεσα σε αυτή την εγκεφαλική περιοχή ή αν η επίπτωση είναι έμμεση λόγω της πρόκλησης ευρύτερης φλεγμονής στο νευρικό σύστημα εξαιτίας της λοίμωξης ή, τέλος, αν τα εν λόγω εγκεφαλικά κύτταρα απλώς πεθαίνουν επειδή δεν χρησιμοποιούνται για καιρό λόγω της απώλειας όσφρησης ή/και γεύσης που προκαλεί η Covid-19.

Δεν είναι επίσης σαφές αν όλες οι παραλλαγές του ιού προκαλούν την ίδια ζημιά στον εγκέφαλο, δεδομένου ότι μετά την εμφάνιση της Όμικρον έχει διεθνώς μειωθεί δραστικά ο αριθμός των ασθενών που αναφέρουν απώλεια όσφρησης και γεύσης, σε σχέση με το αρχικό στέλεχος της Κίνας ή την παραλλαγή ‘Αλφα. Ακόμη, οι επιστήμονες επισήμαναν ότι οι όποιες αλλαγές στη γνωστική λειτουργία είναι γενικά αδιόρατες, ενώ δεν είναι ανάγκη να παρατηρούνται σε όλους όσους αρρωσταίνουν από Covid-19.